Σχόλιο: Δεν υπάρχει ακριβής αντιστοιχία και ο ελληνικός όρος συχνά χρειάζεται να συμπληρωθεί με κατάλληλο επίθετο, π.χ. «Νομίζει ότι μπορεί να εμφανίζεται άνετη και ωραία, να δίνει εντολές στους πάντες και να φεύγει.»
She thinks she can breeze in, give everyone instructions, and then leave.
breeze through [sth]vtr phrasal insep
figurative, informal (do easily)
τα πάω περίφημα σε κτ περίφρ
τα καταφέρνω πανεύκολα σε κτ περίφρ
δεν έχω πρόβλημα με κτ περίφρ
(εξέταση)
περνάω πολύ εύκολα περίφρ
Don't worry about the exam - I'm sure you'll breeze through it.